Græsk

Substantiv

λεωφορείο intetkøn

  1. bus

Bøjning

Kasus Ental Flertal
Nominativ λεωφορείο λεωφορεία
Genitiv λεωφορείου λεωφορείων
Akkusativ λεωφορείο λεωφορεία
Vokativ λεωφορείο λεωφορεία
  NODES