Οπιοειδές
Ως οπιοειδές χαρακτηρίζεται μια χημική ένωση, η οποία επιδρά με την δέσμευσή της στους υποδοχείς οπιοειδών, οι οποίοι βρίσκονται κυρίως στο κεντρικό νευρικό σύστημα και τον γαστρεντερικό σωλήνα. Οι υποδοχείς σε αυτά τα δύο συστήματα οργάνων μεσολαβούν τόσο στις ευεργετικές και στις δυσμενείς επιδράσεις των οπιοειδών.
Οι αναλγητικές επιδράσεις των οπιοειδών συνίστανται στην μειωμένη αντίληψη του πόνου, μειωμένη αντίδραση στον πόνο, καθώς στην αυξημένη ανοχή στον πόνο. Οι παρενέργειες των οπιοειδών περιλαμβάνουν καταστολή, αναπνευστική καταστολή, και δυσκοιλιότητα. Τα οπιοειδή είναι πιθανό να προκαλέσουν καταστολή βήχα, η οποία μπορεί να είναι είτε μια ένδειξη για τη χορήγηση οπιοειδών ή μια ακούσια παρενέργεια. Σωματική εξάρτηση μπορεί να αναπτυχθεί με την συνεχιζόμενη χορήγηση οπιοειδών, οδηγώντας σε σύνδρομο στέρησης με την απότομη διακοπή. Τα οπιοειδή μπορεί να προκαλέσουν ένα αίσθημα ευφορίας, και αυτή την επίδραση, σε συνδυασμό με τη φυσική εξάρτηση, μπορεί να οδηγήσει σε ψυχαγωγική χρήση των οπιοειδών από πολλά άτομα. Η χρήση τους στις ΗΠΑ είναι τόσο εκτεταμένη, ώστε να έχει οδηγήσει στη λεγόμενη επιδημία οπιοειδών.
Αν και ο όρος οπιούχος συχνά χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του οπιοειδούς, ο όρος είναι πιο σωστά περιορισμένος στα φυσικά αλκαλοειδή που βρίσκονται στην ρητίνη της παπαρούνας οπίου και, πιο χαλαρά, στα ημισυνθετικά οπιοειδή που προέρχονται από αυτά.
Ταξινόμηση
ΕπεξεργασίαΥπάρχουν αρκετές μεγάλες κατηγορίες των οπιοειδών:
- Φυσικά οπιούχα: αλκαλοειδή που περιλαμβάνονται στην ρητίνη της παπαρούνας οπίου, κατά κύριο λόγο μορφίνη, κωδεΐνη, και θηβαΐνη, αλλά όχι η παπαβερίνη και η νοσκαπίνη, που έχουν διαφορετικό μηχανισμό δράσης· τα ακόλουθα θα μπορούσαν να θεωρηθούν φυσικά οπιούχα: τα φύλλα από το φυτό Mitragyna speciosa (επίσης γνωστό ως Kratom) περιέχουν μερικά απαντώνται στη φύση οπιοειδή, που δραστηριοποιούνται μέσω Mu- και Δέλτα υποδοχέων. Η Salvinorin A, που υπάρχει φυσικά στο φυτό Salvia Divinorum, είναι ένας Αγωνιστής Κάπα-Οπιοειδούς.
- Ημισυνθετικά οπιοειδή: δημιουργούμενα από τα φυσικά οπιούχα, όπως υδρομορφόνη, υδροκωδόνη, οξυκωδόνη, οξυμορφόνη, δεσομορφίνη, διακετυλομορφίνη (ηρωίνη), νικομορφίνη, διπροπανοϋλομορφίνη, βενζυλομορφίνη και εθυλομορφίνη·
- Πλήρως συνθετικά οπιοειδή: όπως φαιντανύλη, πεθιδίνη, μεθαδόνη, τραμαδόλη και Δεξτροπροποξυφαίνιο·
- Ενδογενή οπιοειδή πεπτίδια, που παράγονται φυσιολογικά από τον οργανισμό, όπως ενδορφίνες, εγκεφαλίνες, δυνορφίνες, και ενδομορφίνες.
- Υπάρχουν επίσης φάρμακα όπως το tramadol και το tapentadol τα οποία δεν είναι χημικώς της κατηγορίας των οπιοειδών, αλλά έχουν δράσεις αγωνιστή στον υποδοχέα μ-οπιοειδών. Αν και ο ακριβής μηχανισμός δράσης τους δεν είναι πλήρως κατανοητός, και οι δύο εμφανίζουν διπλό τρόπο δράσης, με τον δεύτερο τρόπο εμφανιζόμενο να δρα στα νοραδρενεργικά και σεροτονινεργικά συστήματα.[1] Αυτός ο δεύτερος μηχανισμός δράσης ανακαλύφθηκε κατά τη διάρκεια δοκιμών, στις οποίες τα φάρμακα έδειξαν σημεία αναλγησίας, ακόμη και όταν χορηγούνταν η ναλοξόνη, ένας ανταγωνιστής οπιοειδούς.[2]