Δείτε επίσης: σός, ΣΟΣ
 
Σαλάτα με σος γιαουρτιού.

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σος < (λόγιο δάνειο) γαλλική sauce

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈsos/
ομόηχα: σως, ΣΟΣ

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σος θηλυκό άκλιτο

  • σοςΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  NODES