o
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΣύμβολο
επεξεργασίαo
- (πληροφορική) συντομογραφία του octet, του byte των 8-bit
Αζεριανά (az)
επεξεργασίαΧαρακτήρας
επεξεργασίαo
o
- γράμμα του αζεριανού αλφάβητου
- γράμμα του αζεριανού κυριλλικού αλφάβητου
Αζεριανό αλφάβητο | ||||
---|---|---|---|---|
Αραβικό | Λατινικό | Κυριλικό | Λατινικό | IPA |
—1918 | 1918—-1939 | 1958—-1991 | 1991— | |
ﻭ | O o | O o | O o |
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΣύνδεσμος
επεξεργασίαo (it)
Λατινικά (la)
επεξεργασίαΧαρακτήρας
επεξεργασίαo (la)
- Το γράμμα o (κεφαλαίο: O) είναι το 14o γράμμα και το 4o φωνήεν του Λατινικού αλφαβήτου
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΧαρακτήρας
επεξεργασίαo (pl)
- Το γράμμα o (κεφαλαίο: O) είναι το 20o γράμμα του Πολωνικού αλφαβήτου
Πρόθεση
επεξεργασίαo (pl)
- με τοπική (miejscownik)
- με αιτιατική (biernik)
Επιφώνημα
επεξεργασίαo (pl)
Πορτογαλικά (pt)
επεξεργασίαΆρθρο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
o | os |
o (pt)
Τουρκικά (tr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΑντωνυμία
επεξεργασίαo (tr)
- αυτός / αυτή / αυτό
- O öğrenci, o da öğrenci - Αυτός είναι φοιτητής, κι αυτή είναι φοιτήτρια
- (άκλιτο) εκείνος
- Bana o gazeteyi ver - Δώσε μου εκείνη την εφημερίδα
- O kitapları istiyorum - Θέλω εκείνα τα βιβλία
Κλίση
επεξεργασίαΠροσωπικές αντωνυμίες | |||
---|---|---|---|
ενικός | |||
Πτώση | Α' πρόσωπο | Β' πρόσωπο | Γ' πρόσωπο |
ονομαστική | ben | sen | o |
αιτιατική | beni | seni | onu |
δοτική | bana | sana | ona |
τοπική | bende | sende | onda |
αφαιρετική | benden | senden | ondan |
κτητική | benim | senin | onun |
πληθυντικός | |||
ονομαστική | biz | siz | onlar |
αιτιατική | bizi | sizi | onları |
δοτική | bize | size | onlara |
τοπική | bizde | sizde | onlarda |
αφαιρετική | bizden | sizden | onlardan |
κτητική | bizim | sizin | onların |
Παράγωγα
επεξεργασία
Τσεχικά (cs)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΧαρακτήρας
επεξεργασίαo (cs)
- Το γράμμα o (κεφαλαίο: O) είναι το 17o γράμμα του Τσεχικού αλφαβήτου
Πρόθεση
επεξεργασίαo (cs)