↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μπαξές οι μπαξέδες
      γενική του μπαξέ των μπαξέδων
    αιτιατική τον μπαξέ τους μπαξέδες
     κλητική μπαξέ μπαξέδες
Κατηγορία όπως «καφές» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
μπαξές < μπαχτσές με απλοποίηση άρθρωσης του ⟨χτσ⟩ με αποβολή του [t] και τροπή [xs] > [ks] [1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /baˈkses/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μπα‐ξές

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

μπαξές αρσενικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Παράγωγα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  NODES