baguette
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαbaguette (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
baguette | baguettes |
baguette (fr) θηλυκό
- το μπαστουνάκι
- το ραβδί
- η μπαγκέτα
- το ξυλάκι