chargé
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | chargé | chargés |
θηλυκό | chargée | chargées |
chargé (fr) θηλυκό
Δείτε επίσης : charge |
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | chargé | chargés |
θηλυκό | chargée | chargées |
chargé (fr) θηλυκό