out of control
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαout of control (en)
- (ιδιωματισμός) εκτός ελέγχου
- ⮡ The situation is out of control.
- Η κατάσταση βρίσκεται εκτός ελέγχου.
- ⮡ When I met him he was already out of control.
- Όταν τον συνάντησα ήταν ήδη εκτός ελέγχου.
- ⮡ The situation is out of control.