pola
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pola | polaj |
αιτιατική | polan | polajn |
pola (eo)
Πορτογαλικά (pt)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΣυγχώνευση
επεξεργασίαpola (pt)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pola | polaj |
αιτιατική | polan | polajn |
pola (eo)
pola (pt)