Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
rim
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ουσιαστικό
2
Πορτογαλικά (pt)
2.1
Ουσιαστικό
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
rim
rims
Ουσιαστικό
επεξεργασία
rim
(en)
το
χείλος
, το σημείο που καταλήγει κάθε επιφάνεια
⮡
the
rim
of the glass
- τα
χείλη
του ποτηριού
≈
συνώνυμα
:
lip
,
brim
Πορτογαλικά
(pt)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
rim
(pt)
νεφρό