water
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
water | waters |
water (en)
Πολυλεκτικοί όροι
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαενεστώτας | water |
γ΄ ενικό ενεστώτα | waters |
αόριστος | watered |
παθητική μετοχή | watered |
ενεργητική μετοχή | watering |
water (en)
Ολλανδικά (nl)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαwater (nl)